Πολλά και μικρά υδροηλεκτρικά έργα που θα έχουν δυνατότητα «αποθήκευσης» της αιολικής ενέργειας, ώστε αυτή να χρησιμοποιείται τις ώρες που πραγματικά την έχουμε ανάγκη, είναι μία σοβαρή λύση για τη διείσδυση των ανανεώσιμων πηγών στην Ελλάδα.

Τα φράγματα αυτά θα λύσουν το πρόβλημα «αποθήκευσης» της αιολικής ενέργειας και θα επιτρέψουν στο ηλεκτρικό σύστημα της χώρας να «σηκώσει» τουλάχιστον 10.000 μεγαβάτ αιολικών μέσα στα επόμενα χρόνια, αντί για τα μόλις 870 μεγαβάτ που έχουμε σήμερα.

Το μεγαλόπνοο σχέδιο προβλέπεται σε μελέτη που έχει ετοιμάσει η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (ΡΑΕ) για την αποτελεσματική αξιοποίηση της αιολικής ενέργειας. Έτσι η χώρα μας - σύμφωνα με τη ΡΑΕ- θα πετύχει τους στόχους της νέας πρότασης οδηγίας της Κομισιόν για αύξηση της συμμετοχής των ΑΠΕ στο ενεργειακό μας ισοζύγιο, από 7% σήμερα, στο 18% ως το 2020.

Η Τεχνική

Σήμερα η μοναδική τεχνολογία που έχει τη δυνατότητα «αποθήκευσης» της παραγόμενης ενέργειας σε μεγάλη κλίμακα είναι τα λεγόμενα «αντλητικά ή υβριδικά υδροηλεκτρικά έργα».

Τα έργα αυτά λειτουργούν ως εξής: η ενέργεια που παράγεται από ένα αιολικό πάρκο μεταφέρεται μέσω του συστήματος στην αντλία του υδροηλεκτρικού έργου. Με τη σειρά της η αντλία κινητοποιείται και μεταφέρει νερό από έναν ταμιευτήρα χαμηλού υψομέτρου σε έναν υψηλότερου υψομέτρου, όπου και «αποθηκεύεται» ως δυναμική πλέον ενέργεια. Όταν χρειαστεί η ενέργεια αυτή να μετατραπεί ξανά σε ηλεκτρική για να καλύψει τυχόν ανάγκες του συστήματος τότε ακολουθεί την αντίστροφή διαδρομή: δηλαδή το νερό μεταφέρεται από τον επάνω στον κάτω ταμιευτήρα. Εκεί ένας υδροστρόβιλος μετατρέπει την κίνηση του νερού σε ηλεκτρική και τη διοχετεύει πάλι πίσω στο σύστημα.


Σε μέγεθος οι ταμιευτήρες αυτοί προβλέπεται να είναι μικρότεροι από τους σημερινούς της ΔΕΗ, διότι το νερό θα ανακυκλώνεται επομένως δεν θα υπάρχει ανάγκη για μεγάλες λεκάνες.


Οι Μελέτες


Ήδη η ΔΕΗ διαθέτει δύο φράγματα που λειτουργούν με αυτόν τον τρόπο (Σφυκιά, Θησαυρός), με τη διαφορά ότι το βράδυ αντί για αιολική ενέργεια τροφοδοτούνται με λιγνιτική παραγωγή από γειτονικούς σταθμούς, την οποία και «αποθηκεύουν» για ώρα ανάγκης, ώστε να υποκαταστήσουν τη λειτουργία ακριβών μονάδων την ημέρα. Ίσως τα δύο αυτά φράγματα μελλοντικά να συνδεθούν με αιολικούς σταθμούς.

Το πόσα ακριβώς υδροηλεκτρικά έργα θα απαιτηθούν για να επιτευχθεί ο στόχος των 10.000 ΜW αιολικής ισχύος θα εξειδικευτεί από τη μελέτη που έχει αναθέσει η ΡΑΕ στο Κέντρο Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΚΑΠΕ) και στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο. Πρόχειρες πάντως εκτιμήσεις μιλούν για τουλάχιστον 1.000- 2.000 ΜW υδροηλεκτρικών. Ήδη ιδιώτες έχουν καταθέσει στη ΡΑΕ αιτήσεις για 2 τέτοιους σταθμούς στην Κρήτη, ενώ ακούγεται ότι ετοιμάζονται και άλλοι (Λέσβο, Κάρπαθο, Κρήτη, κ.ά.).


Τα Πλεονεκτήματα


Τα πλεονεκτήματα από την κατασκευή αιολικών που θα υποστηρίζονται από υδροηλεκτρικά είναι πολλαπλά, σύμφωνα με τη ΡΑΕ:

● Δεδομένου ότι η τιμή των καυσίμων και η οριακή τιμή του συστήματος αυξάνονται συνεχώς, η λειτουργία τους θα είναι ανταγωνιστική.

● Όσο θα αυξάνεται η παραγόμενη ενέργεια από αιολικά, τόσο θα μειώνεται το σύνολο των εκπομπών CΟ2 της χώρας, άρα και το κόστος για τη ΔΕΗ και τους ιδιώτες παραγωγούς, το οποίο προφανώς θα καταλήγει στον καταναλωτή.

● Αυξάνεται πάρα πολύ η εγχώρια παραγωγή και μειώνεται έτσι η εξάρτηση από εισαγωγές.

● Όσο μεγαλύτερη κατακράτηση νερού έχουμε τόσο θα εξασφαλίζεται και η αποτελεσματικότερη ύδρευση περιοχών αλλά και η άρδευση καλλιεργήσιμης γης.

Το μόνο μειονέκτημα ενός υδροηλεκτρικού είναι το κόστος κατασκευής του. Το κόστος ανά μεγαβάτ ενός υδροηλεκτρικού κυμαίνεται στα 2-3 εκατ. ευρώ, έναντι 1,3 εκατ. ευρώ για μια μονάδα λιθάνθρακα και 700.000 ευρώ για μια μονάδα συνδυασμένου κύκλου (φυσικό αέριο).

Αν και ακριβά στην κατασκευή τους, είναι ωστόσο πολύ πιο φθηνά στη λειτουργία τους συγκριτικά με τις συμβατικές μονάδες, δεδομένης της συνεχούς αύξησης των τιμών των καυσίμων.

Πηγή: ΤΑ ΝΕΑ


Σχόλιο: υπάρχει πεδίο δόξης λαμπρό ώστε η χώρα να γεμίσει από υβριδικά υδροηλεκτρικά. Είναι μία ακόμη εξαιρετική λύση ανανεώσιμης ηλεκτροπαραγωγής με τεράστιες προοπτικές ιδίως για τα ελληνικά νησιά, στα οποία το μεγαλύτερο μέρος της ηλεκτροπαραγωγής προέρχεται από το πανάκριβο πετρέλαιο.